Η λέξη «μπράβος»
Posted by Διαγόρας ο Μήλιος στο 2008/07/26
Για τη λέξη «μπράβος» το λεξικό του Τριανταφυλλίδη λέει τα εξής:
μπράβος ο [brávos] O18 : (μειωτ.) ο σωματοφύλακας: Kομματάρχης που συνοδεύεται από τους μπράβους του. || (επέκτ.): Oι μπράβοι του κόμματος· (πρβ. τραμπούκος). [ιταλ. bravo `μισθοφόρος, σωματοφύλακας΄ (από τη σημ.: `γενναίος, άγριος΄) -ς]
Το λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη όμως την τραβάει την ετυμολογία ακόμα πιό μακριά:
μπράβος (ο) ουσ. μισθωτός σωματοφύλακας ή ταραχοποιός [<ιταλ. bravo (= θαρραλέος) < αρχ. προβηγκ. brau (= άγριος) < λατιν. barbarus < αρχ. ελλ. βάρβαρος]
Καταπληκτικό, ε;
Πως μπορούμε όμως να ξέρουμε αν έχει δίκιο ο Φυτράκης αφού δεν επαληθεύεται από τον Τριανταφυλλίδη; Ρίχνοντας μιά ματιά στη λέξη «brave» στο dictionary.com βλέπουμε την επαλήθευση:
[Middle English, from Old French, from Old Italian or Old Spanish bravo, wild, brave, excellent, probably from Vulgar Latin *brabus, from Latin barbarus; see barbarous.]
(Ας αγνοήσουμε το γεγονός ότι το dictionary.com σταματάει στο Λατινικό «barbarus» χωρίς να αναφέρει το γεγονός ότι αυτό προέρχεται από την Ελληνική. Ευτυχώς, το εξηγεί αυτό στη λέξη «barbarous».)
Ως επιβράβευση (όπως λέμε στα Ελληνικά, «ως μπόνους») για όσους διάβασαν το άρθρο μέχρι εδώ χωρίς να βαρεθούν, ορίστε και η ετυμολογία της λέξης «Βάρβαρος» κατά τρόπο τέτοιο ώστε να μην υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να βαρεθείτε (τουλάχιστον όσοι από εσάς είστε ετεροφυλόφιλοι άνδρες) : http://www.hotforwords.com/2008/04/16/barbarian
Copyright © 2008 Διαγόρας ο Μήλιος | Όροι Χρήσης
Τροφοδοσία περιεχομένου (RSS feed)
Κάθε άρθρο σε αυτό το ιστολόγιο
Κάθε σχόλιο σε αυτό το ιστολόγιο
Μόνο τα σχόλια αυτού του άρθρου
Stazybο Hοrn said
Μπορείτε να αναζητήσετε περισσότερα, και διαφορετικά, στην πηγή που έχω αναφέρει εδώ, το English etymology; or, A derivative dictionary of the English language, καθώς και στο Etymological Dictionary of the Latin Language.
Αμφότερα διατίθενται από το google books και για κατέβασμα ως pdf.
Π said
Το Online Etymology Dictionary, που βασίζεται σε επτά ετυμ. λεξικά της αγγλικής, έχει άλλη άποψη:
It. bravo «brave, bold,» orig. «wild, savage,» possibly from M.L. bravus «cutthroat, villain,» from L. pravus «crooked, depraved;» a less likely etymology being from L. barbarus (see barbar[ian]).